Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Μερικές σκέψεις ακομα

   Άμα διαβάζω σε περιοδικά άρθρα για το πώς περνάνε οι άνθρωποι τη ζωή τους, πώς βλέπουν όσα γίνονται γύρω τους, θέλω να κλαίω. Είναι τέτοια η συγκινηση που δεν μπορω να την εξηγήσω, αλλα γίνομαι ένα ράκος, ολόκληρος ξέφτια. Πόσοι με διαβάζετε; Νιώθετε ποτέ έτσι με μένα; Άλλη χαρά δεν θα 'χα. 
   Σκέφτομαι που, κατά τα φαινόμενα, η ζωή είναι ένας τόπος στον οποίο βρισκόμαστε. Ένας χώρος, ένα μέρος. Για κάποιον υπάρχει αγωνία αν "βρίσκεται ακόμα στη ζωή", άλλος "έφυγε απο τη ζωή", ένας τρίτος σκέφτεται "πώς θα φτιάξει τη ζωή του"-σαν να ταν δωμάτιο ή αυλή να την διακοσμήσει (και αυτός ο τρίτος μπορεί να είμαι εγώ).  Συνειρμικά θυμάμαι που διάβαζα για μια φυλή κάπου (μπορεί στην Αφρική-αλλά στην Αφρική και στον Αμαζόνιο ξαποστέλνουμε ο,τι μακρινό, οπότε υπάρχει κίνδυνος να πέφτω σε αυτή τη λούμπα) που παρατηρούσε τους γηραιους της. Όσο γερναγανε η κινητικότητά τους μειωνοταν όλο και περισσότερο, έτσι -λογικώ τω τρόπω- θεωρούσαν, όταν πια πέθαιναν, ότι είχαν ακινητοποιηθεί εντελώς, είχαν γίνει σαν δέντρα σκληροί και σταθεροί. Ακόμα πιο συνειρμικά (μιλάμε για αβυσσαλέα βάθη τωρα πια), βλέποντας την ξαδερφή μου να κάνει ηλιοθεραπεία σκέφτηκα μια παράξενη αρρώστια του πυρετού που θα με έπιανε απο μελαγχολία σε κάποιο παράλληλο και δίκαιο σύμπαν: καθώς θα ελιωνα απο την θέρμη, απο μέσα προς τα έξω, θα μουσκευα σεντόνια απο τον ιδρώτα, σε ένα καλοκαίρι κίτρινο και γκρι, και όπως οι δρόμοι έξω απο το παράθυρο θα ανεβαζαν λαύρα στο καταμεσήμερο, ένας-ένας θα πέρναγαν οι συγγενείς, κλαμμένοι απο ώρα και μαυροφορόντες, πάνω απο το κεφάλι μου και για καθέναν τους απο το στόμα μου θα έβγαινε μια προφητεία για το μέλλον. Μόλις εφευγε και ο τελευταίος θα πεθαινα λέγοντας μέσα απο μια ψυχρή ανάσα "μια μέρα θα τα θυμόμαστε όλα αυτά και θα γελάμε". 
   Δεν το παλεύω καθόλου το φετινό χτικιό. Έχω τόσο έντονη την ανάγκη να μιλήσω σε κάποιον και να τον ακουμπησω, με τα χερια, με τα λόγια, όπως να ναι. 
   Προφανώς και έχω χρόνο για ξόδεμα για να τα σκέφτομαι όλα αυτά και είναι και καλοκαίρι που, όπως λέω με τραγική συχνότητα, αποτελεί την κατάρρευση όλων των μεγάλων δομών (έτσι και της, ούτως ή άλλως χαώδους, σκέψης μου), αλλά -σκεφτείτε το λίγο- μοτίβα ανακινούνται μέσα μας μορφωμένα απο άλλους, μεταμορφωμένα απο μας, μέχρι να καταλήξουν σε κάτι καθαρά δικό μας και, συχνά, λύτρωτικό την ώρα που επιτέλους προκύπτει ξεκάθαρο. Ή, τέλος πάντων, αφού μας έχει πρήξει τα συκώτια μια σκέψη μέχρι να κατασταλάξει, μόλις επιτέλους κάθεται ο κουρνιαχτός, νιώθουμε ότι ανακαλύψαμε την τυρόπιτα. 
   Θέλω να σας πω τόσα πολλά για μένα, να με γνωρίσετε σα να πέθαινα αύριο. Υπάρχουν ερωτήσεις που σταθερά με κάνουν να νιώθω άβολα: -"τί θα κάνεις μετά το πανεπιστήμιο;" -"πώς σκέφτεσαι το μέλλον σου;" -"τί οδοντόκρεμα χρησιμοποιείς;" -"πόσα κιλά έχεις χάσει;" -"πήγες γυμναστήριο σήμερα;" -"

Δεν υπάρχουν σχόλια: